Κυριακή 4 Ιουλίου 2010

3. Το Μυστήριο της θ. Ευχαριστίας.

ΤΑ ΜΥΣΤΗΡΙΑ ΤΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ

3. Το Μυστήριο της θ. Ευχαριστίας.

α. Το νόημα του Μυστηρίου.
Πριν ο Ιερεύς μεταδώσει το άγιο Χρίσμα στο νεοβαπτισμένο απαγγέλλει μια ειδική ευχή, να χαρίσει ο Θεός σ’ αυτόν «την σφραγίδα της δωρεάς του Αγίου… Πνεύματος», και προσθέτει: «και την μετάληψιν του αγίου Σώματος και του τιμίου Αίματος του Χριστού Σου». Τι νόημα όμως έχει αυτή η θεία «μετάληψη»;

Είπαμε πως το άγιο Βάπτισμα καθαρίζει και αναγεννά τον πιστό, τον επαναφέρει στην πρώτη του κατάσταση, ενώ εξάλλου το άγιο Χρίσμα του εξασφαλίζει την πνευματική ατμόσφαιρα και τη δύναμη να ζήσει αυτήν την καινή ζωή. Ο πιστός όμως έχει ανάγκη και τροφοδοσίας συνεχούς. Πρέπει και να μένει συνέχεια ενωμένος με το Σωτήρα του και να τρέφεται από τη θεία ζωή, όπως το βρέφος απ’ τη μητέρα του.

Και εδώ είναι το μυστήριο των μυστηρίων! Εφόσον ο Κύριος από άπειρη συγκατάβαση θέληση να μας δώσει τη σωτηρία με τον αισθητό τρόπο της θείας Ενανθρωπήσεως, έτσι τώρα η άπειρη αγάπη Του συγκαταβαίνει σ’ εμάς τους αισθητούς για να μας διαιωνίζει μα αισθητό τρόπο τους καρπούς της θείας Ενανθρωπήσεως και της Σταυρικής Του Θυσίας: τον καθαρισμό μας με την ένωσή μας στη θεωμένη Του ανθρώπινη φύση, ατομικά πλέον και συνέχεια.



β. Η σύσταση του Μυστηρίου.
Ακριβώς γιατί το Μυστήριο της θ. Ευχαριστίας θα είναι το κέντρο και η πηγή της ζωής της Εκκλησίας Του, ο Κύριος το ίδρυσε και το παρέδωσε και το ερμήνευσε με τον πλέον σαφή τρόπο. Αυτό το έκαμε ο Κύριος για πρώτη φορά μετά το θαύμα του πολλαπλασιασμού των πέντε άρτων και των δύο ψαριών, με τα οποία χόρτασαν πέντε χιλιάδες άνδρες, εκτός απ τις γυναίκες και τα παιδιά. Αυτοί την επομένη Τον αναζήτησαν με την ελπίδα ασφαλώς να ξαναζήσουν το θαύμα. Ήταν πιο κατάλληλη στιγμή ο Κύριος να τους αποκαλύψει το μέγα Μυστήριο και μελλοντικό θαύμα. Τους είπε λοιπόν:

«Εγώ ειμι ο άρτος της ζωής. Οι πατέρες υμών έφαγον το μάννα εν τη ερήμω και απέθανον… Αμήν αμήν λέγω υμίν, εάν μη φάγητε την σάρκα του υιού του ανθρώπου και πίητε αυτού το αίμα, ουκ έχετε ( δεν μπορείτε να έχετε) ζωήν εν εαυτοίς» (=μέσα σας, θα είσαστε πνευματικά νεκροί, Ιωάν. 6: 48-49, 53)

Κανείς τότε δεν κατάλαβε το βαθύ λόγο του Κυρίου. Ο όχλος έφυγε. Οι Μαθητές Του όμως, όχι γιατί κατάλαβαν, αλλά γιατί πίστευαν πως Αυτός είναι η Αλήθεια και «έχει ρήματα ζωής αιωνίου» (στιχ. 68), έμειναν κοντά Του. Και αξιώθηκαν να παραλάβουν και να μεταλάβουν πρώτοι το μέγα Μυστήριο τη Μ. Πέμπτη:

«Εσθιόντων δε αυτών λαβών ο Ιησούς τον άρτον και ευχαριστήσας έκλασε (=ετεμάχισε) και εδίδου τοις μαθηταίς και είπε· λάβετε φάγετε· τούτο εστι το Σώμα μου· και λαβών το ποτήριον και ευχαριστήσας έδωκεν αυτοίς λέγων· πίετε εξ αυτού πάντες· τούτο γαρ εστι το Αίμα μου το της καινής διαθήκης το περί πολλών εκχυνόμενον εις άφεσιν αμαρτιών» (Ματθ. 26, 26-28).

«… Τούτο ποιείτε εις την εμήν ανάμνησιν» (Λουκ. 22, 19).

«Οσάκις γαρ αν εσθίητε τον Άρτον τούτον και το Ποτήριον τούτο πίνητε, τον θάνατον του Κυρίου καταγγέλλετε, άχρις ου αν έλθη» (Α΄ Κορ. 11, 26).

Αυτή είναι η σύσταση και η παράδοση του Μυστηρίου. Και αυτή είναι η πράξη και η ζωή της Εκκλησίας απ’ την πρώτη της στιγμή. Αμέσως μετά τη μαρτυρία των Πράξεων ότι την Πεντηκοστή επίστευσαν και εβαπτίσθηκαν τρεις χιλιάδες, ακολουθεί και η μαρτυρία για το Μυστήριο:

«Ήσαν δε προσκαρτερούντες τη διδαχή των Αποστόλων και τη κοινωνία και τη κλάσει του Άρτου και ταις προσευχαίς… καθ’ ημέραν τε προσκαρτερούντες ομοθυμαδόν (=όλοι μαζί) εν των ιερώ κλώντές τε κατ’ οίκον Άρτον μετελάμβανον Τροφής έν αγαλλιάσει…» (Πράξ. 2, 42, 46).



γ. Θυσία, Ευχαριστία, Τροφή.
Στα προηγούμενα χωρία και κυρίως στα «ιδρυτικά» λόγια του Κυρίου διακρίνουμε καθαρά τον τριπλό χαρακτήρα του Μυστηρίου ως: 1) θυσία εξιλαστήρια, 2) θυσία ευχαριστήρια και 3) τροφή «ζωής αιωνίου».



1. Το πρώτο χαρακτηριστικό του Μυστηρίου ως θυσία εξιλαστήρια αποκαλύπτουν τα λόγια του Κυρίου ότι το Αίμα Του «εκχύνεται περί πολλών εις άφεσιν αμαρτιών» και σφραγίζεται έτσι η «καινή διαθήκη» της σωτηρίας του ανθρώπου. Τη Θυσία αυτή προς τον ουράνιο Πατέρα πρόσφερε μια για πάντα ο Κύριος. Δίδει όμως την εντολή στους Μαθητές Του να τη συνεχίζουν («τούτο ποιείτε»= να κάνετε πάντοτε), αφού δεν θα ήσαν αναμάρτητοι και πολλοί απ’ τους πιστούς δεν θα είχαν ακόμη εγκαταλείψει τη ζωή της αμαρτίας. Για να ζουν οι πιστοί πραγματικά το γεγονός της αφέσεως και ότι τους δέχεται ο Θεός, προσφέρουν τη Θυσία του Υιού Του και Σωτήρα τους. Η Θυσία αυτή είναι η ίδια η Σταυρική Θυσία, αλλά «αναίμακτη», γιατί η ίδια θα γίνεται και τροφή, «άρτος ζωής», που μόνο έτσι θα ήταν δυνατή απ’ τον αισθητό άνθρωπο αυτή η τροφοδοσία.

2. Εξάλλου η Θυσία θα ήταν ευχαριστήρια, γιατί ο Θεός τους έσωσε. Και όπως οι Εβραίοι είχαν τη θυσία του πασχαλίου αμνού, για να θυμούνται τη σωτηρία που τους εξασφάλισε ο Θεός με το αίμα του αμνού απ’ το «θανατικό» και τη δουλεία του Φαραώ, έτσι και «οι λελυτρωμένοι υπό Κυρίου» απ’ την αιχμαλωσία «του νοητού Φαράω», του Διαβόλου. Θα επαναλάμβαναν τη Θυσία «εις ανάμνησιν» του σωτηρίου Αίματος του Αμνού του Θεού και «εις ευχαριστίαν» και αιώνια ευγνωμοσύνη.

3. Τέλος, όπως οι Εβραίοι έτρωγαν τον πασχάλιο αμνό, έτσι και οι πιστοί θα «τρώγουν» τον Αμνό τον αληθινό, όχι σαν σύμβολο, αλλά σαν πραγματική τροφή, που θα τους ενώνει με το Σωτήρα, θα τους καθαρίζει απ’ τις αμαρτίες, θα τους μεταδίδει ζωή και αφθαρσία. Ο θείος Άρτος θα γίνεται «φάρμακον αθανασίας, αντίδοτος του μη αποθανείν, αλλά ζην εν Ιησού Χριστώ διαπαντός» (Άγ. Ιγνάτιος Θεοφ., Εφεσ. 20, ΒΕΠΕΣ, 2, 268). Έτσι οι πιστοί του Κυρίου θα έχουν το Μυστήριο και ως θεία Κοινωνία., θεία Μετάληψη, ώστε να «κοινωνούν», να «μεταλαμβάνουν» τη θεία ζωή με αισθητό τρόπο, αλλά σαν πνευματική και θεία τροφή και ενέργεια της παντοδυναμίας του Θεού.



δ. Η τελετή του Μυστηρίου. Η θ. Λειτουργία κέντρο όλης της Λατρείας.
Το Μυστήριο της θ. Ευχαριστίας τελείται μέσα στη θεία Λειτουργία. Είναι πραγματικά η κύρια λαϊκή-δημόσια λατρεία της εκκλησιαστικής κοινωνίας. Οι άλλες ιερές Ακολουθίες (Εσπερινός, Όρθρος, κλπ.) είναι ακριβώς η εισαγωγή για τη θ. Λειτουργία. Δεν είναι όμως εκείνες Μυστήρια, δεν μεταδίδουν τη θεία Χάρη, και γι’ αυτό δεν έχουν υποχρεωτικό χαρακτήρα, όπως η θ. Λειτουργία, που είναι Μυστήριο και μάλιστα το κέντρο και η πηγή της Χάριτος για όλα τα Μυστήρια. Η θεία Χάρη είναι καρπός του απολυτρωτικού έργου του Κυρίου, που συνοψίζει και διαιωνίζει αληθινά η θ. Λειτουργία.



ε. Τα αισθητά σημεία του Μυστηρίου.
Τα κύρια αισθητά σημεία του Μυστηρίου είναι δύο: 1) ο ένζυμος άρτος και ο οίνος και 2) η Ευχή της επικλήσεως του Θεού Πατρός από τον Ιερέα, για να στείλει το Άγιο Πνεύμα, το Οποίο θα μεταβάλει τον άρτο και τον οίνο σε Σώμα και Αίμα του Κυρίου.

Τα χρησιμοποιούμενα ιερά Σκεύη είναι χρήσιμα και πλέον καθιερωμένα, αρχικά όμως δεν αποτελούσαν αναγκαιότατα στοιχεία για την τέλεση του Μυστηρίου. Το ίδιο ίσχυε παλιά και για τα άλλα «λόγια» της θ. Λειτουργίας, που αρχικά γινόταν μετά το δείπνο και με σύντομη προσευχή. Ο πλουτισμός και η λειτουργική μεγαλοπρέπεια της θ. Λειτουργίας, που είναι πραγματικά θεία αναπαράσταση του Θείου Δράματος του απολυτρωτικού έργου του Κυρίου και ιδιαίτερα της Σταυρικής Του Θυσίας, ολοκληρώθηκε τον Ε΄ αιώνα. Και έγινε αυτό, επειδή για πολλούς λόγους δεν γινόταν πλέον κάθε βράδυ, αλλά μόνο την Κυριακή πρωί και ήταν η κύρια σχεδόν ευκαιρία κοινής λατρείας. Έπρεπε λοιπόν οι πιστοί να προετοιμασθούν με τις υπέροχες Ευχές, τα Αναγνώσματα, το θ. Κήρυγμα, ώστε συνειδητότερα να παρακολουθήσουν το Μυστήριο και να μεταλάβουν το Σώμα και το Αίμα του Κυρίου. Αργότερα επίσης και για τον ίδιο λόγο συνδέθηκε αναπόσπαστα με τη θ. Λειτουργία και η ωραία Ακολουθία του Όρθρου.

Αναγκαία προπαρασκευή για τη θ. Λειτουργία στη σημερινή της μορφή είναι η ι. Προσκομιδή. Η ι. Προσκομιδή αποτελεί ιδιαίτερη Ακολουθία του λειτουργού Ιερέως και του Διακόνου (αν υπάρχει). Σαν κέντρο της έχει την «εξαγωγή» απ’ την «Προσφορά»-άρτο του Αμνού (της σφραγίδας με τον τύπο: ΙΣ. ΧΡ. ΝΙΚΑ, που έχει σχήμα τετράγωνο). Τον Αμνό τοποθετεί στο άγιο Δισκάριο και χύνει επίσης «τον οίνον και το ύδωρ» στο άγιο Ποτήριο. Δεξιά απ’ τον Αμνό τοποθετεί μία «μερίδα» της Υπεραγίας Θεοτόκου και αριστερά εννέα άλλες μερίδες: 1) των Αρχαγγέλων Μιχαήλ και Γαβριήλ και των Αγίων Ασωμάτων, 2) των Προδρόμου-Προφητών, 3) των Αγίων Αποστόλων, 4) των Αγίων Πατέρων, 5) των Αγίων Μαρτύρων, 6) των Οσίων (Μοναχών), 7) των Αγίων Αναργύρων, 8) των Αγίων Θεοπατόρων Ιωακείμ και Άννης, Αγίου ημέρας και Πάντων των Αγίων και 9) του Αγίου του οποίου η θ. Λειτουργία τελείται. Τέλος «εξάγει» και τοποθετεί κάτω απ’ τον Αμνό μικρές μερίδες «ζώντων και τεθνεώτων», που μνημονεύει, καθώς και μία μερίδα του Αρχιερέως που τον εχειροτόνησε και μία του εαυτού του (του λειτουργού ή των συλλειτουργούντων). Όλη η Εκκλησία πρόκειται να συμπαρευρεθεί στη Θυσία του «Αμνού του Θεού του αίροντος την αμαρτίαν του κόσμου»! (Κατά τη μεταβολή σε Σώμα μεταβάλλεται μόνο η μερίδα του Αμνού).

Ο Αμνός και οι μερίδες της Παναγίας και των 9 Ταγμάτων αποτυπώνονται στο «Πρόσφορο» με «Σφραγίδα» ξυλόγλυπτη. Τις άλλες μερίδες «εξάγει» ο Ιερεύς με την Αγία Λόγχη από το εσωτερικό του «Προσφόρου».

Τέλος «καλύπτονται» τα Τίμα Δώρα και γίνεται «Απόλυσις» της Ακολουθίας της ι. Προθέσεως-Προσκομιδής, για ν’ αρχίσει αμέσως η θεία Λειτουργία.



ς. Ανάλυση και ανάπτυξη τη θ. Λειτουργίας.
Η Ορθόδοξη Εκκλησία μας έχει σε χρήση για την τέλεση του Μυστηρίου της θ. Ευχαριστίας ιδιαίτερες Ακολουθίες της θ. Λειτουργίας: α) του Αγίου Ιωάννου του Χρυσοστόμου, που τελείται σχεδόν όλο το χρόνο, 2) του Μ. Βασιλείου, μεγαλύτερη με ωραιότατες ευχές, που τελείται δέκα φορές το χρόνο (24.12, 1.1, 5.1, 5 Κυριακ. Μ. Τεσ., Μ. Πέμπτη και Μ. Σάββατο), (την παραμονή Χριστουγέννων και Θεοφανείων τελείται η θ. Λειτουργία του Μ. Β. μόνο αν τύχει καθημερινή), 3) των Προηγιασμένων (Δώρων), που γίνεται μαζί με Εσπερινό κάθε Τετάρτη και Παρασκευή της Μ. Τεσσαρακοστής, την Πέμπτη του Μ. Κανόνος και Μ. Δευτέρα, Μ. Τρίτη και Μ. Τετάρτη και 4) του Αγίου Ιακώβου του Αδελφοθέου, που είναι πολύ μεγάλη και τελείται μόνο στη μνήμη του (23.10). Εδώ όμως θ’ αναλύσουμε μόνο τη θ. Λειτουργία του Αγίου Ιωάννου του Χρυσοστόμου, επειδή αυτή, όπως είπαμε, τελείται κατά κανόνα όλο το χρόνο.

Η. θ. Λειτουργία –όπως και όλα τα Μυστήρια- αρχίζει με το: «Ευλογημένη η Βασιλεία του Πατρός και του Υιού και του Αγίου Πνεύματος νυν και αεί και εις τους αιώνας των αιώνων». Είναι η πανηγυρική διακήρυξη της πίστεως στον Τριαδικό Θεό. Εξάλλου η θ. Λειτουργία διαιρείται στα εξής δύο μέρη: 1) τη Λειτουργία των Κατηχουμένων και 2) τη Λειτουργία των Πιστών.

1. Η Λειτουργία των Κατηχουμένων. Σ’ αυτήν ανήκουν σαν μικρότερα μέρη τα εξής:

1) Η μεγάλη Συναπτή ή τα Ειρηνικά. Αρχίζει με την ωραία δέηση «εν ειρήνη του Κυρίου δεηθώμεν», στην οποία «συνάπτονται» και άλλες δεήσεις. Οι ιεροψάλτες (άλλοτε όλος ο λαός) απαντούν: «Κύριε ελέησον».

2) Ακολουθούν Ευχές του ιερέως και τα Αντίφωνα: α) «Ταις πρεσβείαις της Θεοτόκου…» και β) «Σώσον ημάς, Υιέ Θεού…». (Κανονικά ψάλλονται τα «Τυπικά», δηλ. οι Ψαλμοί 102 και 145 και οι Μακαρισμοί με Τροπάρια των Ωδών Γ΄ και ς΄ του Κανόνος).

3) Η Μικρή Είσοδος (του ι. Ευαγγελίου). Συμβολίζει την έξοδο-είσοδο του Κυρίου στο «προφητικό» έργο. Καθιερώθηκε πολύ παλαιά από πρακτική ανάγκη να μεταφερθεί το ι. Ευαγγέλιο απ’ το Σκευοφυλάκιο, που ήταν μέσα στο Άγιο Βήμα, στον Άμβωνα, για να αναγνωσθεί.

4) Ο Τρισάγιος Ύμνος, που πανηγυρικότατα ψάλλουν οι ψάλτες, όπως οι Άγγελοι στον ουρανό (όραμα Ησαΐα), ενώ ο Ιερεύς απαγγέλλει την ωραία Ευχή: «Ο Θεός ο Άγιος, ο εν Αγίοις αναπαυόμενος» (=που αναπαύεσαι και ευαρεστείσαι μόνο στους αγίους».

5) Τα ιερά Αναγνώσματα, Απόστολος και Ευαγγέλιο. Πριν από το ι. Ευαγγέλιο ο Ιερεύς λέγει την Ευχή: «Έλλαμψον εν ταις καρδίαις ημών, Φιλάνθρωπε Δέσποτα, το της Σης θεογνωσίας ακήρατον Φως και τους της διανοίας ημών διάνοιξον οφθαλμούς εις την των ευαγγελικών Σου κηρυγμάτων κατανόησιν…».

6) Το θείο κήρυγμα (αν λειτουργεί Αρχιερεύς και ομιλήσει ή αν ομιλεί ο Ιερεύς, όπως γινόταν στην αρχαία Εκκλησία από τους κληρικούς). Σήμερα το θείο κήρυγμα με ειδική άδεια του Επισκόπου μπορούν να κάμουν και λαϊκοί θεολόγοι. Για λόγους πρακτικούς αυτό γίνεται την ώρα που κοινωνούν οι Ιερείς στο ι. Βήμα (στο Κοινωνικό).

7) Η εκτενής ικεσία με δεήσεις και για τους Κατηχουμένους (συνήθως παραλείπονται, ενώ λέγονται στη θ. Λειτουργία των Προηγιασμένων). Εδώ τελειώνει η Λειτουργία των Κατηχουμένων, οι οποίοι αποχωρούσαν.



2. Η λειτουργία των Πιστών. Άρχιζε άλλοτε με την Προσκομιδή, που σήμερα γίνεται στον Όρθρο. Στη Λειτουργία των πιστών ανήκουν:

α) Η Μεγάλη Είσοδος. Οι ψάλτες ψάλλουν τον κατανυκτικό Χερουβικό Ύμνο:

«Οι τα Χερουβείμ μυστικώς εικονίζοντες/ και τη Ζωοποιώ Τριάδι τον Τρισάγιον Ύμνον προσάδοντες/ πάσαν την βιωττικήν αποθώμεθα μέριμναν,/ ως τον βασιλέα των όλων υποδεξόμενοι,/ ταις αγγελικαίς αοράτως δορυφορούμενον Τάξεσιν. / Αλληλούια».

Το εκκλησίασμα εικονίζει τα Τάγματα των Χερουβείμ και Σεραφείμ. Πρέπει λοιπόν να υμνεί τη Ζωοποιό Τριάδα και ν’ αποβάλει κάθε μέριμνα, τώρα που θα υποδεχθεί το Βασιλέα των όλων, που δια μέσου του Ναού (έξοδος στον κόσμο) θα εισέλθει στα «Άγια των Αγίων» να θυσιασθεί. Αυτό συμβολίζει η Μ. Είσοδος.

β) Ακολουθούν οι Αιτήσεις («… παρά του Κυρίου αιτησώμεθα» = ας ζητήσουμε…) και η ομολογία της Πίστεως, το «Πιστεύω», που άλλοτε λεγόταν με προσοχή μήπως άπιστοι (αμύητοι) εισέλθουν στο Ναό: «Τας θύρας… πρόσχωμεν!». Κανονικά πρέπει να λέγεται από όλο το εκκλησίασμα, όπως και το «Πάτερ ημών».

γ) Η Αγία Αναφορά. Είναι το κέντρο της θ. Λειτουργίας. Αρχίζει με το «στώμεν καλώς! Στώμεν μετά φόβου! Πρόσχωμεν την αγίαν αναφοράν (= θυσίαν) εν ειρήνη προσφέρειν». Και η στάση η σωματική, αλλά προπαντός η πνευματική, όλα πρέπει να συγκεντρωθούν. Έπειτα από τον αγγελικό Ύμνο «Άγιος, Άγιος…» ο Ιερεύς εκφωνεί τα ιδρυτικά λόγια του Μυστηρίου και μετά, σαν αντιπρόσωπος του λαού του Θεού, απευθύνεται στο Θεό Πατέρα λέγοντας:



« Τα Σα εκ των Σων Σοι προσφέρομεν κατά πάντα και δια πάντα».



(Τα Δώρα αυτά – ακόμη δεν έχουν αγιασθεί-, που είναι δικά Σου δημιουργήματα, Σου προσφέρουμε σύμφωνα με την εντολή του Υιού Σου και για τις δωρεές Σου, αλλά και όλες τις ανάγκες μας).

Έπειτα παρακαλεί το Θεό Πατέρα να στείλει το Άγιο Πνεύμα να κάμει τη φρικτή μεταβολή του άρτου και του οίνου σε ΣΩΜΑ και ΑΙΜΑ του Χριστού Του. Ευλογεί σταυροειδώς και λέγει:

«… και ποίησον τον μεν άρτον τούτον τίμιον Σώμα του Χριστού Σου, το δε εν τω ποτηρίω τούτω τίμιον Αίμα του Χριστού Σου, μεταβαλών τω Πνεύματί Σου τω Αγίω. Αμήν, Αμήν, Αμήν».



Το μέγα θαύμα έχει γίνει. Εκπλήττονται οι Άγγελοι και τα πνεύματα των Αγίων Πάντων για την αγάπη και την παντοδυναμία του Κυρίου. Ο Ιερεύς συνεχίζει και δέεται:

«Ώστε γενέσθαι τοις μεταλαμβάνουσιν εις νήψιν ψυχής (= νηφαλιότητα και προσοχή), εις άφεσιν αμαρτιών, εις κοινωνίαν του Αγίου Σου Πνεύματος, εις βασιλείας ουρανών πλήρωμα, εις παρρησίαν την προς Σε, μη εις κρίμα ή εις κατάκριμα».

Και συνεχίζει λέγοντας ότι η προσφορά γίνεται και για όλους όσους έχει μνημονεύσει στην ι. Προσκομιδή εξάγοντας τις μερίδες τους. Είναι το Μυστήριο της ενότητας όλης της Εκκλησίας, όπως έχουμε εξηγήσει.

Όλες τις στιγμές αυτές οι ψάλτες ψάλλουν κατανυκτικά το «Σε υμνούμεν», ενώ οι πιστοί συμπροσεύχονται και συμπροσφέρουν την αναίμακτη Θυσία. Εδώ ο ρόλος του λαού είναι και «ιερατικός» με τη γενική έννοια. Δεν προσφέρει τη Θυσία ο Ιερεύς μόνος. Την προσφέρει η Εκκλησία. Πρέπει να συμπαρίσταται και ο λαός, έστω 1-2 άνθρωποι.

Μετά το «Εξαιρέτως της Παναγίας Αχράντου» ο Ιερεύς μνημονεύει και πάλι τους Αγίους «και ζώντας και τεθνεώτας» πιστούς, ενώ οι ψάλτες ψάλλουν τον ωραίο ύμνο στη Θεοτόκο: «Άξιον εστιν…»

Ό,τι ακολουθεί μέχρι το «Πάτερ ημών» είναι προετοιμασία για τη θεία Κοινωνία. Τότε ο Ιερεύς εκφωνεί:



«Πρόσχωμεν! Τα Άγια τοις αγίοις».



(Τα Άγια Δώρα είναι προορισμένα μόνο για όσους έχουν προετοιμασθεί με την ι. Εξομολόγηση για να κοινωνήσουν, για τους καθαρούς).

Αφού κοινωνήσει ο Ιερεύς, προβάλλει στην Ωραία Πύλη με το άγιο Ποτήριο των Αχράντων Μυστηρίων και λέγει το:

«Μετά φόβου Θεού, πίστεως και αγάπης προσέλθετε».

Τότε οι ετοιμασμένοι πιστοί προσέρχονται και κοινωνούν. Μεταλαμβάνουν «την ζωήν την αιώνιον»!



Εδώ όμως πρέπει να υπογραμμίσουμε ένα βασικό χαρακτηριστικό του Μυστηρίου. Ο Ιερεύς είπε: «Πρόσχωμεν! Τά Άγια τοις αγίοις». Εξηγήσαμε όμως πως αυτό δεν το λέγει για τους «εν ουρανοίς», αλλά για τους επί γης «αγίους» με την έννοια ότι είναι «κλητοί άγιοι», έχουν κληθεί να γίνουν άγιοι. Και γίνονται όχι μόνοι, αλλ’ από τον Κύριο. Το γεγονός πάντως είναι πως εδώ γίνεται μεγάλη παρεξήγηση. Ο Κύριος είπε «πίετε εξ αυτού πάντες». Αυτό το «πάντες» ισχύει για όλους όσοι παρευρίσκονται στη θ. Λειτουργία. Όλες οι Ευχές και οι Ύμνοι έχουν «πληθυντικό», «εκκλησιαστικό» χαρακτήρα με σκοπό την «Κοινωνία», τη «Μετάληψη» των πιστών. Είναι ωστόσο φοβερό συχνά να μην υπάρχουν σχεδόν καθολου πιστοί που κοινωνούν! Προσφέρεται ο Άγιος, καλεί, θυσιάζεται γι’ αυτό, επαναλαμβάνει τη Θυσία Του «απανταχού της γης», αλλά όσοι προσέρχονται είναι μπρος στο πλήθος λίγοι. Στην αρχαία Εκκλησία δεν υπήρχε σχεδόν κανείς που να μην κοινωνούσε. Προσέρχονταν όλοι, «πάντες».

Ωστόσο ο Κύριος δεικνύει και θα δεικνύει την άπειρη αγάπη Του. Θα περιμένει πάντοτε και στα δύο Μυστήρια, της Μετανοίας, και της θ. Κοινωνίας, να μας μεταδώσει τον αγιασμό, το θείο χυμό, «την ζωήν την αιώνιον». Είναι και θα είναι μέχρι τη Δευτέρα Παρουσία ο «Μέγας Αναμένων» επί της Αγίας Τραπέζης. Αλλά μετά θα έλθει «κρίναι ζώντας και νεκρούς». Υπάρχει άραγε περιθώριο αναβολής; Για τη σωτηρία της ψυχής όχι. Εκείνος μας είπε: «Τι ωφελεήσει άνθρωπον, εάν κερδήση τον κόσμον όλον και ζημιωθή την ψυχήν αυτού; ή τι δώσει άνθρωπος αντάλλαγμα της ψυχής αυτού;» (Μαρκ. 8, 36-37).

Και η ζωή της ψυχής είναι μόνο ο «Άρτος της Ζωής», που είπε: «Εάν μη φάγητε την Σάρκα του υιού του ανθρώπου και πίητε αυτού το Αίμα, ουκ έχετε ζωήν εν εαυτοίς»! (Ιω. 6, 53).



Υποχρεωτική η συμμετοχή του πιστού στη θ. Λειτουργία της Κυριακής.
Για το λόγο αυτό κανείς πιστός, κληρικός ή λαϊκός, χωρίς αναγκαιότατο λόγο δεν μπορεί και δεν πρέπει ν’ απουσιάζει περισσότερο από τρεις συνεχείς Κυριακές-εβδομάδες απ’ τη θ. Λειτουργία. Αν έχει απόλυτη ανάγκη, ώστε να ξεπεράσει το όριο αυτό, δεν θα το κάμει μόνος του· θα πρέπει να συμβουλευθεί τον Επίσκοπο ή τον Πνευματικό-εφημέριό του. Εξάλλου το όριο αυτό δεν ορίσθηκε ώστε μόνο κάθε τρεις Κυριακές να πηγαίνουν πολλοί στη θ. Λειτουργία, αλλ’ ορίσθηκε σαν εξαιρετική ανάγκη. Ο τακτικός εκκλησιασμός και η τακτική επίσης μυστηριακή ζωή είναι η ζωής της ψυχής.



«Ει τις… μηδεμίαν ανάγκην έχοι η πράγμα δυσχερές, ώστε επί πλείστον απολείπεσθαι (= ν’ απουσιάζει) της αυτού Εκκλησίας, αλλ’ εν πόλει (= ή σε χωριό) διάγων τρεις Κυριακάς ημέρας εν τρισίν εβδομάσι μη συνέρχοιτο (= αν δεν εκκλησιάζεται), ει μεν κληρικός είη, καθαιρείσθω· ει δε λαϊκός, αποκινείσθω της κοινωνίας» (= ν’ ανακόπτεται, ν’ αφορίζεται απ’ την Εκκλησία. Π΄- 80ός Ι. Κανών Πενθέκτης).

Δεν υπάρχουν σχόλια: