Κυριακή 4 Ιουλίου 2010

ΚΤΙΣΤΟΣ ΚΟΣΜΟΣ : 1.Η ΔΗΜΙΟΥΡΓΙΑ ΤΟΥ ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΟΥ ΚΟΣΜΟΥ

ΚΤΙΣΤΟΣ ΚΟΣΜΟΣ

1. Η Δημιουργία του πνευματικού κόσμου
α. Οι Άγιοι Άγγελοι
Πριν απ’ τον υλικό Κόσμο ο Θεός εδημιούργησε «εκ του μηδενός», τον πνευματικό ή αγγελικό κόσμο, δηλ. κτιστά προσωπικά όντα, αλλά πνευματικά, άυλα, νοερά και ασώματα.

Γι’ αυτό και οι Άγιοι Άγγελοι απ’ τη φύση τους ονομάζονται Άυλες, Νοερές και Ασώματες Δυνάμεις ή Νόες, ενώ απ’ το έργο τους το αναφερόμενο στον πνευματοϋλικό άνθρωπο ονομάζονται Άγγελοι, δηλ. αγγελιαφόροι και διάκονοι του αγαθού και σωστικού θελήματος του Θεού. «…πάντες εισί λειτουργικά πνεύματα εις διακονίαν αποστελλόμενα δια τους μέλλοντας κληρονομείν σωτηρίαν» (Εβρ. 1, 14). Όλοι οι Άγγελοι εδημιουργήθηκαν αγαθοί, όπως και όλα τα κτιστά όντα, αλλ’ όχι και αναλλοίωτοι και άτρεπτοι, «έχοντες εξουσίαν και μένειν και προκόπτειν εν τω αγαθώ και επί το χείρον τρέπεσθαι» (Άγ. Ιω. Δαμασκηνός). Ακριβώς μάλιστα το «χείρον» ή το «κακόν», που δεν είναι ουσία αυθυπόστατη, αλλ’ απουσία και στέρηση του αγαθού, έλαβε αρχή και υπόσταση προσωπική με την κατάχρηση του δώρου της αυτεξουσιότητας και ελευθερίας απ’ τον πριν αρχάγγελο Εωσφόρο. Αντίθετα, όλοι οι Άγγελοι που θεληματικά και ελεύθερα δεν τον ακολούθησαν στην «εωσφορική» αποστασία του απ’ το Δημιουργό τους, «κατά χάρη», δηλ. όχι «φύσει», έγιναν άτρεπτοι προς το κακό, επιδεκτικοί όμως προκοπής και τελειότητας στο αγαθό.

Το πρώτο και κύριο έργο των Αγίων Αγγέλων είναι η υμνωδία και η δοξολογία του Τριαδικού Θεού. Μόνο μια ιδέα μπορούμε να λάβουμε του απερίγραπτα μεγαλειώδους και τερπνού αυτού έργου από συμβολικές περιγραφές της Α.Γ. Ο ίδιος ο Θεός αποκάλυψε στο Δίκαιο Ιώβ (38, 7): «Ότε εγενήθησαν άστρα (= το αστρικό Σύμπαν), ήνεσάν με φωνή μεγάλη πάντες Άγγελοί μου», που είχαν ήδη δημιουργηθεί. Απ’ τα θεία οράματα των Αγίων Προφητών και Αποστόλων και από άλλα χωρία της Α.Γ. γνωρίζουμε επίσης ότι δυσεξαρίθμητο πλήθος Αγίων Αγγέλων, «μυριάδες μυριάδων και χιλιάδες χιλιάδων» (Αποκ. 5, 11), περιβάλλουν το φρικτό και πύρινο θρόνο του Θεού, που υμνούν «ακαταπαύστοις στόμασιν, ασιγήτοις δοξολογίαις» (θ. Λειτουργία Μ. Βασιλείου). Κατά τη θεία Γέννηση του Θεανθρώπου Χριστού «εξαίφνης εγένετο συν τω Αγγέλω (προς τους Ποιμένες) πλήθος στρατιάς ουρανίου αινούντων τον Θεόν και λεγόντων· δόξα εν υψίστοις θεώ και επί γης ειρήνη, εν ανθρώποις ευδοκία» (Λουκ. 2, 13-14).

Έτσι, ενώ δεν γνωρίζουμε τον ακριβή αριθμό των Αγίων Αγγέλων, γνωρίζουμε όμως τη διάκρισή τους σε εννέα Τάξεις ή Τάγματα, ανά τρία:

Αρχές, Αρχάγγελοι, Άγγελοι

Κυριότητες, Δυνάμεις, Εξουσίες

Χερουβείμ, Σεραφείμ, Θρόνοι

Με τα προσωπικά τους ονόματα είναι γνωστοί μόνο οι Αρχάγγελοι Μιχαήλ (=ποιος είναι σαν το Θεό;), Γαβριήλ (=άνθρωπος του Θεού) και Ραφαήλ (=ο Θεός θεραπεύει).

Εξάλλου δεύτερο έργο των Αγίων Αγγέλων είναι η αναγγελία του θελήματος του Θεού στους ανθρώπους και η προστασία τους γενικά απ’ τους κακοποιούς Δαίμονες. Πλείστα χωρία της Α.Γ. μαρτυρούν την αποστολή Αγγέλων, με μορφή ανθρώπων νέων συνήθως ή και ζώων, για ν’ ανακοινώσουν το συγκεκριμένο θέλημα του Θεού στους ανθρώπους. (Οι τρεις Άγγελοι που φιλοξένησε ο Αβραάμ, που συμβολίζουν την Αγία Τριάδα· ο Αρχάγγελος Γαβριήλ στον πατέρα του Τιμίου Προδρόμου Ζαχαρία, στην Υπεραγία Θεοτόκο - Ευαγγελισμός· κατά την Ανάσταση και Ανάληψη του Χριστού κλπ.). Κατά τη ρητή διδασκαλία της Α.Γ. υπάρχουν και Άγγελοι Φύλακες Εθνών, Εκκλησιών, πόλεων κλπ., αλλά και προσωπικός Φύλακας Άγγελος του κάθε ανθρώπου. Όταν ο άνθρωπος διαπράττει το αγαθό, προς το οποίο αόρατα και αβίαστα τον παρακινεί ο Φύλακας Άγγελος, χαίρει και «εν ουρανοίς διαπαντός βλέπει το Πρόσωπον του Πατρός» Θεού. Επίσης «χαρά γίνεται ενώπιον των Αγγέλων του Θεού επί ενί αμαρτωλώ μετανοούντι» (Ματθ. 18, 10, Λουκ. 15, 10). Το αντίθετο συμβαίνει, όταν ο άνθρωπος διαπράττει το κακό. «Ως γαρ τας μελίσσας καπνός φυγαδεύει και τας περιστεράς εξελαύνει δυσωδία, ούτω και τον φύλακα της ζωής ημών Άγγελον η πολύδακρυς και δυσώδης αφίστησιν αμαρτία» (Μ. Βασίλειος).

Κατά την ώρα επίσης του θανάτου Άγγελοι παραλαμβάνουν την αγαθή ψυχή, που προστατεύουν απ’ τους Δαίμονες και την οδηγούν ενώπιον του Θρόνου του Θεού.

Τέλος, στους Αγίους Αγγέλους, όπως όρισε και η Αγία Ζ΄ Οικουμενική Σύνοδος, αποδίδουμε τιμή (όχι λατρεία, που ανήκει μόνο στο Θεό), απευθύνουμε επίκληση και εικονίζουμε ως νέους ανθρώπους με φτερά, αφιερώνουμε σ’ αυτούς Ιερούς Ναούς και εορτάζουμε με Εορτές και Ύμνους,. (Κυρία εορτή η 8η Νοεμβρίου: «Η Σύναξις των Αρχιστρατήγων Μιχαήλ και Γαβριήλ και των λοιπών Ασωμάτων Δυνάμεων»).

Καθημερινά η Εκκλησία μας προτρέπει να ζητούμε από τον Κύριο των Αγγέλων: «Άγγελον ειρήνης, πιστόν οδηγόν, φύλακα των ψυχών και των σωμάτων ημών παρά του Κυρίου αιτησώμεθα». Επίσης καθημερινά προ του ύπνου ο πιστός παρακαλεί το Φύλακα Άγγελό του με την ωραία Ευχή: «Άγιε Άγγελε… σκέπασόν με εν τη παρούσα νυκτί και διαφύλαξόν με από πάσης επηρείας του αντικειμένου…» (Βλ. στο Μικρό Απόδειπνο).

β. Οι πονηροί δαίμονες
Σύμφωνα με τη ρητή διδασκαλία της Α.Γ. και της Ι.Π. οι πονηροί Δαίμονες ήσαν πριν Άγγελοι με Αρχάγγελο τον Εωσφόρο (=άστρο της αυγής). Αλλ’ ο Εωσφόρος και άγνωστος σ’ εμάς αριθμός Αγγέλων δεν «ετήρησαν την εαυτών αρχήν» (Ιούδα 6), δηλ. δεν ηθέλησαν να παραμείνουν κοντά στον Αγαθό Δημιουργό τους μετέχοντας αιώνια στη μακαριότητά Του. Αντίθετα, εφθόνησε ο Εωσφόρος την άπειρη δόξα του Θεού και με αλαζονεία και υπερηφάνεια ηθέλησε ν’ αποστατήσει απ’ Αυτόν, να στήσει το θρόνο του «επάνω των αστέρων του ουρανού» και να γίνει θεός «όμοιος τω Υψίστω» (Ησ. 14, 13-14). Αλλ’ όταν ηθέλησε και να πραγματοποιήσει τη βλάσφημη βουλή του, μαζί με τους Αγγέλους που την εδέχθηκαν, «εζοφώθησαν» και «εταρταρώθησαν», δηλ. ακαριαία έγιναν σκοτεινοί και «ως αστραπή εκ του ουρανού έπεσον» στην «άβυσσο» και έγιναν οι πονηροί «άγγελοι της αβύσσου»! (Ιούδα 6, Β΄ Πέτρ. 2, 4, Λουκ. 10, 18, Αποκ. 9, 1-11).

Το να γινόταν βέβαια το κτίσμα ίσο και όμοιο με τον Άκτιστο Κτίστη του, χωρίς τη θέληση και τη δύναμή Του, αλλ’ αντίθετα μακριά απ’ Αυτόν και εχθρικά προς Αυτόν, αυτό ήταν και είναι απόλυτα αδύνατο! Το φοβερότερο όμως ήταν ότι ο Εωσφόρος και οι ακόλουθοί του άγγελοι, όταν απέτυχαν στο αλαζονικό τους σχέδιο, δεν εταπεινώθηκαν. «Φθόνος γαρ ουκ οίδε προτιμάν το συμφέρον»!. Έτσι, αφού αρνήθηκαν εκούσια το αγαθό, τόσο «επί το χείρον ετράπησαν», ώστε έγιναν εκούσια «άτρεπτοι» απ’ το κακό, που έκαμαν υπόστασή τους και έγιναν οι αιώνιοι φορείς του. Τόσο μάλιστα διαστράφηκε η φύση τους, ώστε από φθόνο στο αγαθό και καλό να είναι μισόκαλοι και χαιρέκακοι αιώνια, εχθροί και αντικείμενοι στο αγαθό. Και επειδή ούτε τον Άπειρο Θεό ούτε τους Αγίους Αγγέλους ημπορούσαν να βλάψουν, έστρεψαν ύστερα το φθόνο τους στον αγαθό και ευτυχισμένο πριν απ’ την πτώση του άνθρωπο, τον οποίο και με διαβολή κατά του Θεού παρέσυραν στην έκπτωση από το Θεό. Και αυτό το έκαμε αιώνιο έργο του ο Διάβολος και οι «άγγελοί» του, ο Αντικείμενος – Σατανάς (εβρ. Σατάν): «Ως λέων ωρυόμενος περιπατεί ζητών τίνα καταπίη» (Α΄ Πέτρ. 5, 8).

Αλλ’ αν ο Πανάγαθος δεν ηθέλησε και δεν θέλει ν’ αφαιρέσει το δώρο της ελευθερίας απ’ τα λογικά κτίσματα και έτσι να εξαφανίσει το «κακό», σ’ όσους θέλουν και αγωνίζονται ν’ απαλλαγούν απ’ αυτό και τις συνέπειές του προσφέρει το παν! Η ιστορία της θ. Αποκαλύψεως, που κορυφώνεται με την Ενανθρώπηση του Θεανθρώπου Λυτρωτή, δεν είναι παρά η ιστορία των θείων ενεργειών για τον περιορισμό του Κακού–Διαβόλου με το θείο νόμο της ελευθερίας. «Εις τούτο εφανερώθη ο Υιός του Θεού, ίνα λύση τα έργα του Διαβόλου» (Α΄ Ιω. 3, 8). Η «εκβολή» των Δαιμονίων, δηλ. η θεραπεία των δαιμονιζομένων που έκαμε ο Θεάνθρωπος (και που συνεχίζεται στην Εκκλησία του με τη δύναμή Του) έχει σημάνει την «κρίση» και το τέλος του κράτους του Διαβόλου. Προ του κοσμοσωτηρίου Πάθους Του είπε ο Θεάνθρωπος Λυτρωτής: «Νυν κρίσις εστί του κόσμου τούτου, νυν ο άρχων του κόσμου τούτου εκβληθήσεται έξω»! (Ιω. 12, 31). Με την ακατάβλητη δύναμη της πίστεως ο πιστός όχι μόνο μπορεί ν’ αντισταθεί, αλλά και να «εκβάλη» δαιμόνια. Έτσι, ενώ ο Απ. Πέτρος παρομοίασε το Διάβολο με «λέοντα ωρυόμενον», πρόσθεσε: «ω αντίστητε στερεοί τη πίστει» (στ. 9). Γι’ αυτό και ο Άγιος Ιάκωβος ο Αδελφόθεος συνιστά: «Υποτάγητε ουν τω Θεώ. Αντίστητε τω Διαβόλω και φεύξεται αφ’ υμών» (Ιακ. 4, 7).

Δεν υπάρχουν σχόλια: